Σελίδες

27 Ιανουαρίου 2012

Παιδικές αναμνήσεις. . .


 Με το κρύο να διαπερνάει το μπουφάν μου,το κόκκινο πουλόβερ μου,να τσιμπάει το δέρμα μου απο τους αστράγαλους,την μέση,τα δάχτυλα,..μέχρι τον αυχένα,τις ρίζες των μαλλιών μου,το στέρνο μου,περπατάω και σκέφτομαι.Με σκέφτομαι και περπατάω,κι ο νούς μου τρέχει στην αλάνα της γειτονιάς μου,εκεί που απόμεινα παιχνίδι.Σ'ένα πάρκο που πιά,κανείς δεν θέλει να το δεί.Πια κανείς δεν του δίνει σημασία.Μόνο βόλτες σκύλων,μανάδες με βρέφη στα καρότσια,άντε και κανένας μεθυσμένος που θα πλαγιάσει κανένα όμορφο βράδυ στα παγκάκια του.
Θυμάμαι το χώμα κάτω στα πόδια μου,την σκουριασμένη βρύση που έβαζα τις χούφτες μου απο κάτω να ξεδιψάσω,τους φίλους μου,τις κρυψώνες.Ακούω ακόμα τα γέλια πάνω στις τραμπάλες,βλέπω τα φουσκωμένα μάγουλα του Γιαννάκη,ακούω τις φανταστικές ιστορίες της Έλενας,τις ιδιοτροπίες της Γωγώς,το τσαγανό της Μαριάννας.Τρεχάλες στους δρόμους,κρυφτό,κυνηγητό,Κλέφτες κι Αστυνόμους,μαγαζάκια στημένα στα πεζοδρόμια,μήλα,μακριά γαϊδούρα,αυγά,λέσχες απο χαρτόκουτα κι εφημερίδες,<<Πάμε να πηδήξουμε τοιχάκια>>;;,σου έλεγε ο Αλέξανδρος,<<;το παπούτσι σου βρωμάει άλ-λα-ξεέ-το>>,πεταγότανε κάποιος άλλος.<<Τσιγαροποτααά>>,φώναζε η Χριστίνα με μανία..Μάζευες τάπες, εκατομμύρια φακελάκια με αυτοκόλλητα,αντάλλαζες παιχνίδια,έτρεχες με τα ρόλλερς,όλα τα αγόρια είχανε τικ στα δάχτυλα από το πολύ Α-Β-Α-Β-Β-Α στο Game Boy,ήτανε μαύροι και λασπωμένοι απτις τούμπες στο χώμα και το ατέλειωτο ποδόσφαιρο.Κυκλοφορούσανε με ποδήλατα που είχανε ''πατηράκια'' στη πίσω ρόδα για να κουβαλάνε τον φίλο,την τότε κοπέλα,η απλώς για φιγούρα.Γράφαμε σε τοίχους,ημερολόγια,λευκώματα,στα τετράγωνα πλακάκια του πάρκου.Τρώγαμε κουκουρουκου και σοκοφρέτες,κάναμε ψεύτικα τατουάζ από τις τσίχλες,τρώγαμε με λύσσα το ξυλάκι μπανανοφατσούλα,η την ρόζ πατούσα,πατούσαμε τα κουτάκια από τα αναψυκτικά,.......
Φτού ξελευθερία,δε φυλάω,..ΔΕ.. φυλάω.....5,10,15,20,25..Τα καραμελάκια που όταν τα έβαζα στο στόμα ανατινάσσοταν; Και τη μόδα με τις τσίχλες Shock,το σπανάκι του Ποπάυ,τις τσίχλες Big Babol και τα τσιγάρα του Αστερίξ...χαχαχα..Αποοοόλαυσηηη!!!Παίρναμε την τσίχλα σωληνάριο και τα γλειφιτζούρια κραγιόν,είδαμε να ξεφυτρώνουν καρτοτηλέφωνα σε όλη την γειτονιά και κάναμε συλλογή από τηλεκάρτες,βάζαμε τα σπορτεξάκια με τα φώτα και είχαμε κολλήσει με τις τσάντες PAXOS...και ξερός..Τα μαλλιά όλων μύριζαν Johnson's όχι πια δάκρυα και τα μπράτσα μας,τα γόνατα,τα καλάμια μας ήτανε γεμάτα τραυμαπλάστ με φιγούρες και ας μην είχαμε πληγή.Τρώγαμε Καραμπόλα, αλλά ανοίγαμε το δωράκι πριν φάμε το παγωτό,λέγαμε ανέκδοτα με τον Τοτό και τους πόντιους,τραγουδούσαμε το Μ'αρεσει να μη λέω πολλά και το Λιωμένο Παγωτό (που κολλούσε πάντα στο χέρι).
Δεν άντεχες λεπτό χωρίς αυτά.Το μυαλό σου,το σώμα σου η ψυχή σου ήταν δοσμένη εκεί.Λαχταρούσες απο το πρωί που ξυπνούσες να κατέβεις.Να προλάβεις να κατέβεις πρίν απ'όλους στην αλάνα,να'χεις περισσότερο χρόνο μέχρι το βράδυ.Μ'ενα διάλειμμα το μέσημερι μονάχα,για φαί.Κι αυτό βιαστικά,για να μην χάσεις δευτερόλεπτο...Ώσπου σκοτείνιαζε κι εσύ δεν έλεγες να μαζευτείς.Κι άκουγες απο τα μπαλκόνια σιγά σιγά τη κ.Μαίρη να τονίζει πως πήγε 9 η ώρα.Έμπαινε,έβγαινε,φώναζε λές κι όλη η γειτονιά ήτανε δικιά της...Κι ένα περίεργο πράγμα να αντηχεί η φωνή της όπου κι άν έισαι κρυμμένος,σ'όποιαν αυλή κι αν έχεις ξεχαστεί.Και το κλείσιμο της βραδυάς γινότανε στο ''Παύλο''.'Η μάλλον στο μαγαζάκι του κ.Πάυλου.Στήναμε τις πλαστικές άσπρες καρέκλες του γύρω γύρω σ'έναν κύκλο,θρονιαζόμασταν,κι ακούγαμε μες στο σκοτάδι τις μυστήριες ιστορίες της Έμμας για το μάυρο αμάξι που κυκλοφορεί στην γειτονιά,και κλέβει μικρά παιδάκια,ή για τον φίλο της τον Δημήτρη,που έιχανε τηλεπαθητική επικοινωνία.Κι ένας ένας αράδιαζε τρομακτικές σκηνές που άκουσε στο σχολείο,ή που του είπε ο ξάδερφος του φίλου της φίλης του.
Και τί δεν θά'δινα να επέστρεφα στα χρόνια που τις σημαντικές αποφάσεις τις παίρναμε μέσω του «αμπε-μπαμπλόμ»ι διαφωνίες τελειώναν με «πέτρα, ψαλίδι, χαρτί».«Ο τελευταίος που θα φτάσει είναι χαζός!!!»ήταν η κραυγή που μ'έκανε να τρέχω μέχρι που νόμιζα ότι θα σπάσει η καρδιά μου...
Πριν φύγω όμως,ρίχνω μία τελευταία ματιά κάτω απτο σπίτι της Στέλλας.
Που εσφιγγα το μπράτσο της με δύναμη και τη παρακαλούσα να πάμε στο ίδιο σχολείο,που γέμισε εκείνη την εποχή μου με μια δυνατή φιλία,με αξέχαστες αναμνήσεις και στιγμές που δεν έχει νόημα να τις αναφέρω μία μία.Που όποτε επιστρέφω τον δείκτη του χρόνου εκεί,δεν μετανοιώνω για όσα είπαμε,για όσα δημιουργήσαμε.Που και μόνο στη σκέψη πως θα έφευγε κάποια χιλιόμετρα μακριά,άδειαζα ολόκληρη.Που όσα χαρτιά να γεμίσω με λέξεις,δεν φτάνουν να συμπληρώσουνε και να αποτυπώσουνε αυτή την φιλία.Ο χρόνος κυλάει,τα κεράκια στις τούρτες μας πληθαίνουν κάθε χρόνο,το μυαλό μας γεμίζει κι αλλάζει,και παίρνει άλλες στροφές.Οι δυνατοί δεσμοί όμως μέσα μας μένουν και παραμένουν.
Κάνε γρήγορα!
Μη χαζεύεις!
Τα όμορφα πράγματα, στη ζωή, κρατούν, όσο και η βροχή, ανάμεσα στα δάχτυλά σου. 
Το θέμα είναι να μην ξεχαστείς και δεν απλώσεις την κατάλληλη ώρα τη χούφτα σου.,λέει στο βιβλίο της η Α.Παπαδάκη.,
Αν απλώσεις απλώς τη χούφτα σου χωρίς μεγάλες προσδοκίες και απαιτήσεις,θα σου συμβούν όμορφα πράγματα.Θα πρέπει να υπομένεις και τα άσχημα όμως.Το πόσο θα κρατήσουν τα όμορφα πράγματα εξαρτάται απο εσένα. . .
Νέοι φίλοι είναι σαν ασήμι, μα χρυσάφι είναι οι παλιοί. . .

Στους φίλους μου..εκείνης της γειτονιάς...στους φίλους τους δικούς σας,σε εμένα...σε εκείνα τα χρόνια...στη φίλη μου την Στέλλα....





23 Ιανουαρίου 2012

¨Μίλα μου σαν τη βροχή¨

-Μίλα μου σαν τη βροχή... Κι άσε με να ακούω... Άσε με να ξαπλώσω εδώ και -- να ακούω... Πάει τόσος καιρός από τότε που εμείς οι δυο -- δεν είμαστε παρά ένα ζευγάρι... Τώρα μίλα μου, πες μου: Τι σκεφτόσουν μέσα στη σιωπή; Καθώς εγώ περιφερόμουν σαν μια βρώμικη καρτ-ποστάλ μέσα στην πόλη... Πές μου, μίλησε μου! Μίλα μου σαν τη βροχή κι εγώ θα ξαπλώσω εδώ και θα σ'ακούω...






-Θέλω να φύγω.Μόνη μου.
Θα γραφτώ στο ΒΙΒΛΙΟ ενός μικρού ξενοδοχείου,κοντά στην θάλασσα,κάτω απο ένα ψεύτικο όνομα.Άννα....Τζόουνς.....Η καμαρίερα θα είναι μιά μικροκαμωμένη γριά.που θα έχει έναν εγγονό.,και θα μιλάει όλο για αυτόν.Το δωμάτιο θα είναι γεματο ίσκιους.δροσερό,και θα πλημμυρίζει με το μουρμουρητό της βροχής.Η μικροσκοπική γριά γυναίκα,θα μου φέρνει βιβλία απο μιά βιβλιοθήκη,και θα φροντίζει για τα ρούχα μου.....να πλυθούν....Θα έχω πάντα καθαρά πράγματα,θα ντύνομαι στ άσπρα.Τα βράδυα....θα περπατάω στο μάκρος της παραλίας,στον περίπατο.Θα έχω μιάν ορισμένη θέση στην παραλία οπου θα πηγαίνω να κάθομαι.Θα έχω ένα μεγάλο δωμάτιο με ξώφυλλα στα παράθυρα.....Θα είναι μια εποχή βροχής, βροχής...Και θα είμαι τόσο εξαντλημένη ύστερα απο την ζωή μου στην πόλη,που δέν θα με νοιάζει που θα ακούω τη βροχή.Θα είμαι τόσο ήρεμη.Οι γραμμές θα εξαφανιστούν απο το πρόσωπο μου.Τα μάτια μου δεν θα είνα ποτέ πιά κόκκινα.Δέν θα έχω φίλους.Δέν θα έχω ούτε γνωριμίες.Δεν θα έχω την παραμικρή ιδέα απο ότι γίνεται στον κόσμο.Δεν θα έχω καμία συναίσθηση απο τον χρόνο που θα περνάει...΄Ωσπου κάποια μέρα,θα κοιτάξω στον καθρέφτη και θα δώ πως τα μαλλιά μου έχουν αρχίσει να γίνονται γκρίζα,και για πρώτη φορά θα ανακαλύψω οτι έζησα σε αυτό το μικρό ξενοδοχείο.Με ένα ψεύτικο όνομα.Χωρίς καθόλου φίλους ή γνωστούς.Για εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια.Θα είμαι ευτιχισμένη,που ο χρόνος....θα έχει περάσει τόσο εύκολα.
Μιά φορά στο τόσο θα πηγαίνω στον κινηματογράφο.Θα διαβάζω μεγάλα βιβλία.Θα κοιμάμαι και θα βρέχει,θα ξυπνάω και θα ακούω τη βροχή και θα ξανακοιμάμαι.Ώσπου κάποια μέρα,όταν θα έχω κλείσει ένα βιβλίο ή θα γυρίζω στο σπίτι,μόνη,απο τον κινηματογράφο,θα κοιτάξω στον καθρέφτη και θα δώ οτι τα μαλλιά μου έγιναν άσπρα.Τόσο άσπρα,όσο και ο αφρός στα κύματα.
Δέν θα θυμάμαι πια ούτε τα ονόματα των ανθρώπων που γνώριζα προτού να έρθω εδώ.Ούτε και πώς αισθάνεται κάποιος που περιμένει κάποιον άλλον,και που μπορεί να μην έρθει....Τότε λοιπόν,θα ξέρω -κοιτώντας στον καθρέφτη-πως ήρθε γιαμένα  η πρώτη εποχή για να περπατήσω άλλη μιά φορά,μόνη,στην πλατεία.Και τότε θα βγώ έγω,και θα περπατήσω στην πλατεία,με το δυνατό άνεμο να με χτυπάει,θα περπατήσω μόνη μου.Και θα γίνομαι όλο και πιο αδύνατη..πιό αδύνατη.
Ολοένα και πιό αδύνατη.Πιό αδύνατη...Πιό.........αδύνατη.Ωσπού στο τέλος δέν θα έχω καθόλου σώμα πιά,και ο αέρας θα με σηκώσει,στα παγωμένα,.....άσπρα,χέρια του.Για πάντα....και θα με πάρει μακριά.                               






18 Ιανουαρίου 2012

Ερωτευμένοι εραστές πέθαναν πρώτοι, τι καλά....

  <<Οι Yianneis είμαστε: ένας κλασσικός κιθαρίστας (Δημήτρης Σιάμπος) ,που τελευταία τον συνεπήρε βαθιά η  jazz και η ηλεκτρική του κιθάρα, ένας φλαουτίστας (Δημήτρης Πετράκης) που επιμένει κλασσικά από τη μια, αλλά πρόσφατα, επίσης, πήρε στα χέρια του και άρχισε να δουλεύει ένα περίεργο midi πνευστό όργανο με κάτι ακόμα πιο περίεργα πλήκτρα επάνω του, ένας πληκτράς- ακκορντεονίστας- λίγο κιθαρίστας και πολύ τραγουδιστής (Νίκος Ζαδές) με εντελώς δυτικές τάσεις, ένας κοντραμπασίστας (Ilya Algaer) που οι ρίζες του βρίσκονται κάπου στη Σιβηρία και το ταμπεραμέντο του κάπου ανάμεσα στον Vivaldi και τους rage against the machine, ένας ντράμερ (Άρης Καλλέργης) που μεγαλώνει με porcupine tree και το όνειρο του είναι να μπορέσει κάποτε να ανταπεξέλθει σε αυτό που ονομάζεται total free jam και εγώ, που το μόνο που έχω να επιδείξω μουσικά είναι οι κασέτες του Μάκη Χριστοδουλόπουλου και του Γονίδη που άκουγα μέχρι τα 20 μου στην Καρδίτσα και μία πενταετής θητεία δίπλα στον Μιχαήλ Μαρμαρινό και τις σκηνοθεσίες του, με τον οποίο περιόδευσα σε ουκ ολίγες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες συμμετέχοντας σε παραστάσεις του. Είμαι ηθοποιός. Α,  πρόσφατα ανακάλυψα και τον Mike Patton>>,είπε ο.Λάμπρος Φιλίππου 
 
Aνατριχιαστικό,psycho λόγια,ανάσες στον αέρα του μικροφώνου,εικόνες,απόγνωση,ελπίδες. . Ένα ταξίδι μαγείας,ένας εφιάλτης ειρωνείας;Δε ξέρω . ..κάτι όμορφα απροσδιόριστο.Κάτι που κολλάει σαν το μέλι στα δάχτυλα,κάτι που σε κολλάει,σε σπρώχνει,σε λιγάει....πολλά...διάφορα.Αδιάφορα,για πολλους,ιδιαίτερα για λίγους,εκστασιαστικά για δύο,έναν.Ενα ίσον εμένα.Ένοχος,βαρύς,ελαφρύς,αυθεντικός,αηδιαστικά ποθητός,σκληρά αισθητός.Ολόκρληρος..όχι μισός.

Κι όμως....αυτός...είναι κάτι μέσα μας...
κάπου μέσα μας..

ΜΕΔΟΥΣΑ YIANNEIS


Ασθμαίνω.
Ασθμαίνω.

-Αυτή η ασθένεια μεταδίδεται με το βλέμμα
Ερωτευμένοι εραστές πέθαναν πρώτοι, τι καλά
Πέθαναν πρώτοι.

Πιο μετά πανικός και χαμός και τρόμος για ζωή,
Ποια ζωή? Τι είπες? Ποια ζωή? Μη με κοιτάς.
Δεν σε κοιτώ

Μοιραστήκαν γυαλιά και οδηγίες, γενικές απεργίες
πανικός, ένας χαμός. τρόμος, μη με κοιτάς. Δε σε έχω δει.

Μυωπική αφαιρετικότητα συγχωνεύει τα πράγματα και τις έννοιες για να μη ξεχωρίσεις τίποτα, παρά μουντά, ασύνδετα χρώματα να κατασπαράζει το ένα το άλλο. Και αυτό είναι νόμος.
Ναι είναι νόμος του κράτους

(ΡΕΦΡΕΝ)-Ποιος είναι αυτός, ο τρελός, ο κακός, ο ζαλισμένος, ο φτωχός, ασυνείδητος, οκνός, φρικτός, καμπουριασμένος και μόνος ; ΕΝΟΧΟΣ. Εσύ. Εγώ.

-Ασθμαίνω. χαμογελώ. είπαμε. είμαι γελοίος. Χαμογελώ. και ας αδιαφορήσετε. χαμογελώ. και ας μη με ξέρετε, δεν έχετε καν ακούσει για μένα από τρίτους. χαμογελώ. δεν έχετε ακούσει το λυγμό μου που βγαίνει μέσα από το βραχνό λαιμό μου πηχτός, τραβώντας μέσα του πικρό, δηλητηριώδες σάλιο, αίμα και γρέζι. γρέζι από τον τόρνο που κατεργάστηκε την κρύα σιδερένια καρδιά μου. χαμογελώ. έχει ξεχαστεί η ύπαρξη μου, μήπως δεν υπήρξα ποτέ. χαμογελώ. Μα. είμαι κάπου μέσα σας.

(ΡΕΦΡΕΝ)-Ποιος είναι αυτός, ο τρελός, ο κακός, ο ζαλισμένος, ο φτωχός, ασυνείδητος, οκνός, φρικτός, καμπουριασμένος και μόνος ;
ΕΙΜΑΙ ΓΕΛΟΙΟΣ ΝΑΙ. Κυλιέμαι και στο χώμα, ντρέπομαι, κραυγάζω, υποφέρω, σας λέω αλήθεια δε το θέλω (μα και φυσικά το θέλω. Το θέλω όσο τίποτε άλλο στο κόσμο). χαμογελώ με τα σάλια μου να στάζουν στο τρεμάμενο πιγούνι μου. Είμαι ενοχλητικός, πολύ ενοχλητικός. ΓΙΑ ΔΕΣΙΜΟ. Ψιθυρίζω: Δεν είμαι σαν εσάς. εγώ είμαι εγώ. είμαι ελεύθερος....

(ΡΕΦΡΕΝ δις)-Ποιος είναι αυτός, ο τρελός, ο κακός, ο ζαλισμένος, ο φτωχός, ασυνείδητος, οκνός, φρικτός, καμπουριασμένος και μόνος ;

Προφήτευα μια κοινωνία αγγέλων, είχα ως βήμα ένα καφάσι της λαϊκής.
Γύρω μου συνέρεε κόσμος πολύς και όλοι τους αφήναν το κατιτίς.


Από κείμενα του Βασίλη Κυριακόπουλου..

11 Ιανουαρίου 2012

Να βλέπεις στον έρωτα. . .



Τί μαγικο πράγμα ο έρωτας ρε παιδί μου.....Μουσικές,μυρωδιές,αγγίγματα...πφ!
Είναι αυτές οι πρώτες μέρες που δεν θέλεις με τίποτα να περάσουν.Να τις παγώσεις και να πατάς ξανά και ξανά το κουμπί με το Repeat.Που δεν λές όχι σε κανέναν.Που αγαπάς ακόμη και τον εκνευριστικό γείτονα σου και το πρωί που τον συναντάς του ρίχνεις κι ένα χαμογελάκι.Που οι φίλοι σου παραπονιουνται διαρκώς πως τους αποφεύγεις.Αισθάνεσαι το σύμπαν να χωράει μέσα στα δάχτυλά σου,τη κοιλιά σου να καίγεται...You do something to me,When a man loves a woman,Dance me to the end of love και παρακάτω,να παίζει στο ραδιόφωνο.
Αρχίζεις και γίνεσαι από ζάχαρη και μέρα με τη μέρα λιώνεις με μια λέξη,μιά κίνηση,ένα βλέμμα του άλλου.Που θέλεις να προσδιορίσεις τί είναι αυτό που σου συμβαίνει και δεν μπορείς.Και κάθε φορά που ξεκινάς να πείς κάτι γιαυτό το ακατανόμαστο πράγμα,προσπαθείς να βάλεις σε μιά σειρά τις λέξεις,να τις αποτυπώσεις σ'ένα χαρτί,μια συλλαβή,μια εικόνα και θολώνεις. . .Χαζεύεις.Στερεύει το μυαλό σου,και οι εικόνες,τα χρώματα,οόλα αυτά που δημιουργούνται εκεί μέσα σου είναι σχεδόν αδύνατον να τα μεταφέρεις στη γλώσσα.
Δίνεις στον άλλο χώρο και ερέθισμα να αφεθεί,να δείς ποιός είναι πραγματικά,με όλες του τις έννοιες.Να γνωρίσεις  κάτι έξω απο εσένα,πέρα απο τον εαυτό σου και τις συνήθειες σου.Να ρισκάρεις,να παίξεις,να γευτείς.Αυτό είναι πραγματικά μια απόλαυση.Έρωτας είναι να αγαπάς τις ομοιότητες, και αγάπη, να ερωτεύεσαι τις διαφορές,όπως λέει κι ο Χόρχε.Πόσο δύσκολο σου φαντάζει ώρες ώρες.Να παραμείνεις σε εσένα και να δεχθείς και τον άλλον.Με όλο του το είναι...Να ερωτευτείς τον άλλον κι όχι τον άλλον που έχεις δημιουργήσει εσύ στο μυαλό σου.Κοινώς,το πρότυπο που λέμε στις μέρες μας και τον/την ιδανικό/η  ή  την ιδανική σχέση.Μα δε βαρεθήκαμε επιτέλους τα ίδια και τα ίδια μωρέ...;Να βρώ κάποιον που με συμπληρώνει,που είναι το άλλο μου μισό,ή το ετερωομώνυμό μου ή τον ιδανικό μπρατσαρά ή την δίμετρη ξανθιά γαλαζομάτα.Όχι,πως έχει κάτι  ο μπρατσαράς ή η δίμετρη γαλαζομάτα,αλλά καταντάει άν όχι βαρετό ή εμετικό,τουλάχιστον προβληματικό για εμάς να πορευόμαστε καθαυτόν το τρόπο.ΦΤΑ-ΝΕΙ!Άς δούμε λίγο πιο βαθιά...Δε λέω καλοί οι κώλοι και τα μπράτσα.Αλλά με το μέσα μας,..τί γίνεται;Και το μέσα του άλλου....Εκεί είναι η ουσία..Εκεί είναι ο κόσμος όλος...και ο δικός μας και του άλλου.Η χημεία που λέμε δεν είναι στο χρώμα της ίριδας του μπρατσαρά απέναντι μας στο γυμναστήριο,όυτε στον καλογυμνασμενο γλουτιαίο της ξανθούλας στο μπάρ.Μακάρι να ήταν τοόσο εύκολο και να την αντιλαμβανόμασταν μόνο απο αυτά ή πρώτα απο όλα αυτά.
Αυτές οι πρώτες μαγικές μέρες λοιπόν,κάποια στιγμή θα περάσουν,και θα αρχίζει κάτι να μας ενοχλεί.Στον άλλον,σ'εμάς;Κάτι  δεν μας ικανοποιεί κι αρχίζουμε και ψάχνουμε αυτόν τον άλλον που έιχαμε δεί στην αρχή.Και αισθανόμαστε πως αυτός ο άλλος είναι ένας άλλος άνθρωπος,με ελαττώματα,με συνήθειες,προβληματισμούς...Είναι άνθρωπος τέλος πάντων.Και πάφ,μόλις έσκασε η ρόζ φούσκα  πάνω στα μούτρα μας.
Ε,λοιπόν όχι,αρνούμαι να συμμετέχω σ'αυτό το παιχνίδι.Δέν θέλω κάποιον που είναι μισό μου,θέλω κάποιον ολόκληρο μαζί με εμένα ολόκληρη.Μισώ ό,τι χωρίζει.Ξέρω τί θέλω,ποιά είμαι,ποιές είναι οι ανάγκες κι επιθυμίες μου και παραμένω στον εαυτό μου.Προσπαθώ να μήν απαιτώ,να μην προσδοκώ κάτι που δέν διαθέτει ο άλλος.Αφήνομαι και δίνω ερέθισμα και ελευθερία και στον άλλον να αφεθεί μαζί μου.Και που ξέρεις,κάπου θα συναντηθούμε σ'αυτό το ταξίδι,κάπου θα χαθούμε. . .''Δεν'' κακό να προσπαθήσεις. Δεν πιστεύω πως είναι εύκολο να κοιτάξουμε μέσα μας χωρίς να βάλουμε ”τα κόκκινα γυαλιά μας” που κάνουν τα πάντα να φαίνονται καλά και όμορφα… Θα’ ναι σα να κοιτάς κατάματα τον ήλιο. Αδύνατο! Γι’ αυτό ξεκίνα έχοντας τα μάτια λίγο κλειστά στην αρχή. Μετά ανέβαζε το βλέμμα σιγά-σιγά… Χωρίς βιασύνες.«Θα έπρεπε να επιμείνουμε σχετικά με το πόσο θαυμάσιο είναι να νιώθει κανείς αποδεκτός όπως είναι. Γιατί η αποδοχή μάς δίνει μία αίσθηση ελευθερίας. Είναι σαν ένας μηχανισμός που μας επιτρέπει να αφεθούμε. Αποδοχή δεν σημαίνει ότι παραιτούμαι ούτε κι ότι πιστεύω πως δεν υπάρχει περίπτωση για βελτίωση. Σημαίνει να δούμε τον εαυτό μας όπως είναι, να μη θυμώνουμε με ό, τι μας συμβαίνει».(Χ.Μπουκαι)
Άλλωστε τίποτα καλό δέν είναι δωρεάν.

4 Ιανουαρίου 2012

'Oταν ήμουν μικρή . . .

Όταν ήμουν μικρή μιλούσα αλαμπουρνέζικα νομίζοντας πως μιλάω γαλλικά.Όποτε
περνούσαν κίτρινα λεωφορεία απο μπροστά μου τα χάζευα λεπτά ολόκληρα μέχρι να χαθούνε στο τέλος του δρόμου,πουλούσα τα παιδικά μου βιβλία στη γειτονιά για να αγοράζω γράνίτες,δεν φοράω ποτέ παντόφλες στο σπίτι και πλένω τα χέρια μου πάντα με ζεστό νερό,τρελαίνομαι να βρίσκομαι στο νερό,βουτάω τα χέρια μου μέσα στο ρύζι και λατρεύω τις χοντρές γάτες,όταν μεγαλώσω θέλω το σπίτι μου να είναι απο ψωμί γλυκά και ζάχαρη,το μπλέ με γεμίζει με ταξιδέυει μου ταιριάζει,η αγαπημένη μου λέξη ειναι ''κονκάρδα'' και το χάος του δωματίου μου είναι μια τάξη που δεν καταλαβαίνουν οι άλλοι,αγαπώ τους λευκούς μονόκερος,φτιάχνω σενάρια και ιστορίες στο μυαλό μου με δράκους πελώρια δένδρα αμμουδιές με κοχύλια γοργόνες και πυραμίδες απο γλυκά και σοκολάτες,περπατάω στο δρόμο επαναλαμβάνοντας στιχάκια στο μυαλό μου ξανά και ξανά,μυρίζω το φαγητό μου,πάω στο παράδεισο κάθε μέρα,ακούω φωνές ''μου'' και βλέπω  φαντάσματα.Θυμάμαι έναν χειμωνα που είχαν πέσει χρυσά βατράχια στο κήπο μας κι ο μπαμπάς μου έτρεχε να τα μαζέψει με μια τρύπια απόχη,όλο το βράδυ,το πρωί όταν ξύπνησα το ποδήλατο μου ήταν χρυσο,κι η σέλα μου το ιδιο,και η λεμονιά στο κήπο επισης,και το νερό στο σιντριβάνι κι αυτό χρυσο,μονο οι γαλότσες του μπαμπά έμειναν ιδιες,λασπωμένες όπως ητανε,τα χέρια μου ητανε χρυσα,τα ποδια μου κι αυτα χρυσα,κι οπου πατουσα αφηνα χρυσες πατημασιες,έκρυψα λοιπόν τα χερια στις αδειες μου τσεπες να μην τα δει η μανα μου και με μαλώσει,μπήκα τρέχοντας στο δωμάτιο μου φτερνίστικα 3 φορές κι είδα παντού χρυσόσκονη μέχρι το ταβάνι. . . .