Τέταρτα ολόκληρα
κι ατέλειωτα
έψαχνα ρούχο να βρω
να ρίξω επάνω μου
να με προσέξεις
να με ξεχωρίσεις
μέσα στο πλήθος
Βολεύτηκα βιαστικά
με ένα σκούρο τζιν
και τιράντα μπλουζάκι
Πέρασα τα χέρια
απτά μανίκια του δερμάτινου μπουφάν
έχωσα στη τσάντα
τσιγάρα
ψιλά
κι έφυγα σαν κλέφτρα
να προλάβω
ξεχνώντας τα κλειδιά στο τραπέζι
Διέσχισα τα στενά της γειτονιάς
δίχως να καταλάβω
πώς έφτασα έξω απτό μπαρ
Βούλιαξα
σε βαθιές ανάσες
έσπρωξα με το χέρι
τη σιδερένια πόρτα
και μπήκα
Το τεντωμένο χέρι σου
μες στο κόσμο
έφτανε
να μου δώσει μια
να ψηλώσω
ως στο ταβάνι
κι ατέλειωτα
έψαχνα ρούχο να βρω
να ρίξω επάνω μου
να με προσέξεις
να με ξεχωρίσεις
μέσα στο πλήθος
Βολεύτηκα βιαστικά
με ένα σκούρο τζιν
και τιράντα μπλουζάκι
Πέρασα τα χέρια
απτά μανίκια του δερμάτινου μπουφάν
έχωσα στη τσάντα
τσιγάρα
ψιλά
κι έφυγα σαν κλέφτρα
να προλάβω
ξεχνώντας τα κλειδιά στο τραπέζι
Διέσχισα τα στενά της γειτονιάς
δίχως να καταλάβω
πώς έφτασα έξω απτό μπαρ
Βούλιαξα
σε βαθιές ανάσες
έσπρωξα με το χέρι
τη σιδερένια πόρτα
και μπήκα
Το τεντωμένο χέρι σου
μες στο κόσμο
έφτανε
να μου δώσει μια
να ψηλώσω
ως στο ταβάνι
Έξω φθινόπωρο
κι αυτό που ξεχωρίζω πλέον
είναι μόνο τα φύλλα
Στέκομαι παγωμένα
στο κέντρο της αίθουσας
ανήμπορη να δώσω εντολή στο σώμα
να βαδίσει προς τα εμπρός
Χαμογελώ
κι ας μην αντέχω
/Άντε κουνήσου
μη χαζεύεις\κουνήσου
Να μπορούσα να κατεβάσω γενικούς
να σβήσω τα φώτα
να τρέξω ανάμεσα απ όλους
να ακουμπήσω τα χείλη μου
σφιχτά
στα δικά σου
στα σκοτεινά
-τέτοιους χαιρετισμούς μας πρέπει-
να μη μας βλέπει κανείς
μέσα στα γέλια
στους καπνούς
στα μισογεμάτα μπουκάλια
Να κρατηθώ
πάνω στο σύμπαν σου
με τόση ευκολία
να κρεμαστώ
στο καρό σου πουκάμισο
κι ύστερα
να ανοίξω τα μάτια
και να'μαι στα πέντε μέτρα
ξανά
να κοιτώ τη παλάμη σου
στον αέρα
να με καλεί
κι αυτό που ξεχωρίζω πλέον
είναι μόνο τα φύλλα
Στέκομαι παγωμένα
στο κέντρο της αίθουσας
ανήμπορη να δώσω εντολή στο σώμα
να βαδίσει προς τα εμπρός
Χαμογελώ
κι ας μην αντέχω
/Άντε κουνήσου
μη χαζεύεις\κουνήσου
Να μπορούσα να κατεβάσω γενικούς
να σβήσω τα φώτα
να τρέξω ανάμεσα απ όλους
να ακουμπήσω τα χείλη μου
σφιχτά
στα δικά σου
στα σκοτεινά
-τέτοιους χαιρετισμούς μας πρέπει-
να μη μας βλέπει κανείς
μέσα στα γέλια
στους καπνούς
στα μισογεμάτα μπουκάλια
Να κρατηθώ
πάνω στο σύμπαν σου
με τόση ευκολία
να κρεμαστώ
στο καρό σου πουκάμισο
κι ύστερα
να ανοίξω τα μάτια
και να'μαι στα πέντε μέτρα
ξανά
να κοιτώ τη παλάμη σου
στον αέρα
να με καλεί
Σου ορκίζομαι πως
θα κρατήσω
την αναπνοή μου
μέχρι να γυρίσεις τη πλάτη
Σου ορκίζομαι πως
θα σκεπάσω τις φωτογραφίες στο χολ
όταν έρθεις
που με τα χρόνια
κιτρίνισαν πια,
ακόμη κι αν μου βγάλουν
τα δόντια
ένα-ένα
εγώ
θα σου σφυρίζω
Θα πάψω
να κουβεντιάζω με το φαΐ μου
να βαστώ αμήχανα
στα δάχτυλα μου
τα εισιτήρια
Μόνο να σβήσουν τα φώτα
-δεν έχω διάθεση για φως-
για να βρω το κουράγιο
να σκύψω
το κεφάλι μου
να αφήσω να πέσουν
από τα βλέφαρα
όλα εκείνα
που με αγωνία
και πάθος
φυλάκιζαν τα μάτια μου,
να στάξουνε στα κορδόνια μου
να ξεπλύνουνε τα χιλιόμετρα
τις ασφάλτους
τα όρια,
που ήρθαν
και πότισαν πάνω τους
και άφησαν βάρος
στα πόδια μου.
Το λάθος
δεν είναι εδώ
σ'όλα αυτά
Είναι που ξέχασα τα κλειδιά
που δεν θυμάμαι που πέσανε
και δεν έχω
τη δύναμη
να στο παραδεχτώ.
θα κρατήσω
την αναπνοή μου
μέχρι να γυρίσεις τη πλάτη
Σου ορκίζομαι πως
θα σκεπάσω τις φωτογραφίες στο χολ
όταν έρθεις
που με τα χρόνια
κιτρίνισαν πια,
ακόμη κι αν μου βγάλουν
τα δόντια
ένα-ένα
εγώ
θα σου σφυρίζω
Θα πάψω
να κουβεντιάζω με το φαΐ μου
να βαστώ αμήχανα
στα δάχτυλα μου
τα εισιτήρια
Μόνο να σβήσουν τα φώτα
-δεν έχω διάθεση για φως-
για να βρω το κουράγιο
να σκύψω
το κεφάλι μου
να αφήσω να πέσουν
από τα βλέφαρα
όλα εκείνα
που με αγωνία
και πάθος
φυλάκιζαν τα μάτια μου,
να στάξουνε στα κορδόνια μου
να ξεπλύνουνε τα χιλιόμετρα
τις ασφάλτους
τα όρια,
που ήρθαν
και πότισαν πάνω τους
και άφησαν βάρος
στα πόδια μου.
Το λάθος
δεν είναι εδώ
σ'όλα αυτά
Είναι που ξέχασα τα κλειδιά
που δεν θυμάμαι που πέσανε
και δεν έχω
τη δύναμη
να στο παραδεχτώ.