Μια μουσική παίζει απο το δωμάτιο σου
διαπερνάει τη πόρτα σου
γεμίζει το σαλόνι
χαιδεύει το καναπέ
σέρνεται απο το χαλί μέχρι τον διάδρομο
πηδάει
απο το παράθυρο
με φόρα
πάνω στα αυτιά μου
Στα κάκγελα βρήκα δεμένο το μπαλόνι σου
φουσκωμένο
και άχρωμο
-άχρωμο
μπορεί να ήταν και λευκό
δέν πολυθυμάμαι
Η γριά σου διασχίζει κάτω το δρόμο
με ένα μάτσο σακούλες
στα χέρια.
Κρέμονται με τέτοια επιμονή απο τους καρπούς της
που νόμιζεις θα την τραβήξουν χάμω.
Έφτασε το καλοκαίρι κι εσύ ακόμα ορθογραφία δεν έμαθες,μου’λεγες
κοίτα να διορθώσεις τα λάθη σου πρίν τον χειμώνα.
Όλη μέρα ταβάνι κοιτάζεις
Θα σηκωθώ μια μέρα και θα τρέξω πάνω στα χώματα
να με λούσει η βροχή
να βουτάω στις λάσπες
με τα πόδια γυμνά
να μουσκευτούν τα μαλλιά μου
Να τρέχω
και να τρέχω
Να μη γέρνω πια
να μη γερνάω
Σου λέω εγω
εγω
σου
λεω
εγω. . .
Κι αν σέρνομαι κάτι με πατάει
κι αν κάτι με πατάει μπορεί και να πετάει . . .
Να φωνάξω στην φωνή μου;
Έφαγα τη φωνή μου
με εκατό κουταλιές ανάσας
κι ορθογραφία
πάλι
δέν
έμαθα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
μή διστάζεις.ακόμη και ανώνυμα