και χώθηκα σέ ένα κελί
προχώρησα με βλέμμα υγρό
με χέρι καθαρό
μόνο μου όπλο έναν κίτρινο ουρανό
Απο πού να αρχίσω
δίχως τέλος να κυλήσω
να αφοπλίσω
να μυρίσω
να γεμίσω
να οπλίσω
να σημαδέψω στο νερό
και πυροβολώντας
να μιλήσω
Είχα πεί πως θα γυρίσω
θα κρατήσω ό,τι μένει στο μυαλό
λευκά ψέματα
ένα μάτι που τα βλέπει όλα
μια καμπύλη
την γραμμή στο πρόσωπο
Κι άν πρέπει να φύγω;
εύχομαι οτι απλά θα φύγω
Έρχομαι μέ έναν ήλιο στο κεφάλι
κι είσαι ανήσυχος καθώς φεύγει
και δύει
και χάνεσαι
και με αφήνεις χωρίς ανάσα
και κλεινεις την πόρτα
και νιώθω σα να πήρες τον αέρα έξω απο το δωμάτιο
μαζί σου
Κι όπως η άμμος μπορεί να γλιστρήσει
ανάμεσα απο τα δάχτυλά σου
έτσι μπορούν και όλες οι μέρες σου
Σαν μια σταγόνα παχιά
και διαπεραστική
θα περιμένεις
Κι οταν η βροχή ξεκινήσει να πέφτει
θα απλώσω τα χέρια να σε πιάσω μή πέσεις
Άν τα καταφέρουμε μπορεί να καθίσουμε μαζί μία δευτέρα
και να γελάσουμε
κάτω απ'τον ήλιο
πάνω σε χόρτα ξερά
Άν δεν τα καταφέρουμε
να ξέρεις,πως υπάρχει μία κυρία που είναι σίγουρη
πως ό,τι λάμπει είναι χρυσός
Αγοράζει μια σκάλα για τον ουράνο
κι όταν φτάνει εκεί ξέρει
οτι κάτι σέρνει τη ψυχή της σ'ένα όμορφο έδαφος
Και είναι δευτέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
μή διστάζεις.ακόμη και ανώνυμα